Ύστερα από μεγάλη σκέψη και αναζήτηση, στη Β΄ Λυκείου γράφτηκα στο φροντιστήριο Ξιφαράς. Σαν γνήσιο παιδί δεκαέξι χρονών, δύο χρόνια πριν το τέλος του σχολείου ήμουν αποφασισμένη πως οι Πανελλαδικές εξετάσεις ήταν η δυσκολότερη δοκιμασία που θα αντιμετώπιζα. Έμαθα όμως στη πορεία πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Θυμάμαι τον κύριο Ξιφαρά να μας λέει χαρακτηριστικά ότι «Βρε παίδες, δεν θα ανοίξουν τη πόρτα που κρατάει τα θηρία όταν πάτε να δώσετε». Πράγματι, για εμένα δε την άνοιξαν, και αυτό γιατί δύο χρόνια πριν τις εξετάσεις συνεργάστηκα με καθηγητές οι οποίοι με ενθάρρυναν και με κατηύθυναν προς τη καλύτερη δυνατή απόδοση. Οι καθηγητές μου ήταν εκεί για όλες τις απορίες ή και ανησυχίες που είχα. Κοιτώντας πίσω σε εκείνα τα χρόνια, το πιο σημαντικό που έμαθα είναι το πώς να μελετώ. Όχι να αποστηθίζω, όχι να παπαγαλίζω (ιδιαίτερα δημοφιλείς πρακτικές στις μέρες μας). Γεγονός που με συνόδεψε και στα φοιτητικά χρόνια. Γελάω καμιά φορά σκεπτόμενη πώς ανησυχούσαμε για την ύλη της Ιστορίας και των Λατινικών όταν στο πανεπιστήμιο ένας φοιτητής καλείται να καλύψει τη διπλάσια ή τριπλάσια ύλη στο μισό χρονικό διάστημα. Στο φροντιστήριο όμως δημιούργησα τις κατάλληλες βάσεις για να μπορώ να αντιμετωπίσω όλες τις απαιτήσεις. Αρκετά όμως με αυτά, γιατί θα αδικούσα τους καθηγητές και συμμαθητές μου αν έμενα μόνο εκεί. Περίμενα να περάσει η ώρα από το σχολείο για να πάω στο φροντιστήριο. Τα δύο χρόνια που πέρασα εκεί δεν ήταν μόνο «Καλησπέρα, ανοίξτε το βιβλίο σελίδα 120 και πείτε μου τι ξέρετε για το Προσφυγικό». Θα διαλέξω να μοιραστώ μαζί σας την επίσκεψη μας στην Επίδαυρο. Πρωτόγνωρη, σημαντική εμπειρία για εμένα και για πολλούς συμμαθητές μου. Απόδειξη του ότι η εκπαίδευση δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο μιας αίθουσας!